- ταμπάνι
- τό1) балка, брус; 2) ступня; 3) (деревянный) пол; 4) тех втулка; 5) перен. взбучка;
τρώγω ένα γερό ταμπάνι — получить хорошую взбучку
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
τρώγω ένα γερό ταμπάνι — получить хорошую взбучку
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ταμπάνι — το, Ν 1. το πέλμα τού ποδιού, η πατούσα 2. μεγάλη ξύλινη δοκός πάνω στην οποία στηρίζονται άλλες μικρότερες 3. ξύλινο δάπεδο δωματίου 4. (ναυτ. τεχνολ.) η πλήμνη τροχίλου ή τροχού 5. μτφ. επίπληξη («άσε πρώτα να γυρίσει και θα τού δώσω ένα γερό… … Dictionary of Greek
Themelo — (Greek, Modern: Θέμελο, Katharevoussa: on ) is a village in the municipality of Fanari in the Preveza prefecture in the region of Epirus, in western Greece. Its 2001 population was 322 for the village and 404 for the municipal district. Until the … Wikipedia
Tabani — may refer to:*Tabani, Moldova *An older name of Themelo (Greek: Ταμπάνι) … Wikipedia